Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2015

Οι Λάθος Αποφάσεις

     


Οι δικές μου λάθος αποφάσεις στέκονται πάντα στην άκρη του μπαρ και με κοιτάζουν. Έχουν ανακατεμένα μαλλιά και πυκνά σκληρά γένια. Η ματιά τους είναι διαπεραστική πάνω απ’το ποτήρι με ό,τι πίνουν σκέτο.
Και ο χαμηλός φωτισμός που δημιουργεί σκιές στο πρόσωπό τους προσδίδοντάς τους αυτό που τους προσδίδει, σίγουρα δεν λειτουργεί υπέρ μου.
Οι δικές μου λάθος αποφάσεις συνήθως γνωρίζουν ήδη κάποια από τις φίλες μου και αρκετά σύντομα βρισκόμαστε να μας συστήνουν. Η χειραψία τους είναι φορτισμένη με ρεύμα και το βλέμμα τους μαλακό από το ελαφρύ τους μειδίαμα.
Προσπαθώ να συγκεντρωθώ στη διατήρηση μιας φυσιολογικής συζήτησης, την ώρα που η μουσική καλύπτει τα μισά από τα λεγόμενά μας και χρειάζεται να τα ξαναπούμε. Ή χρειάζεται να έρθουμε λίγο πιο κοντά ακόμα για να ακουστούμε.
Και εν τέλει να κοιταχτούμε κι ύστερα να αποφασίσουμε πως αυτό που λέγαμε δεν είχε και τόση σημασία τελικά. Οπότε σταματάμε και μένουμε να παρατηρούμε τη θέση μας, του ενός δίπλα στον άλλον. 
Οι λάθος αποφάσεις μου έχουν βαθιά, ζεστή φωνή και οινοπνευματώδη ανάσα που μπλέκεται με το άρωμα που ψέκασαν στον λαιμό και τα γένια τους. Καθώς πλησιάζουμε, ο ένας αναπνέει ανεπαίσθητα στο πρόσωπο του άλλου. Αναπνέει το πρόσωπο του άλλου.
Συνήθως δεν μπορώ να συγκεντρωθώ για να θυμηθώ αμέσως τον αριθμό του τηλεφώνου μου και να τον δώσω, οπότε παριστάνω ότι διστάζω. Ωστόσο, τα μαλλιά των λάθος μου αποφάσεων που μυρίζουν ζεστό μέλι και λουλούδια καθώς σκύβουν το κεφάλι προς την οθόνη του κινητού τους και περιμένουν, με τη φωτεινότητα να τονίζει το σχήμα των φρυδιών τους, με βγάζει από το δίλημμα στο οποίο δεν περιήλθα ποτέ στην πραγματικότητα.
Και σε λίγες έχει αλλάξει ο ρους όλης μου της μέρας, όταν αποκτά αξία μαγικών μεγεθών ένα "πού είσαι?" και ένα απροσδόκητο "θέλω να σε δω".
Ειδικά όταν το τελευταίο έχει και αποσιωπητικά.
Τις λάθος μου αποφάσεις τις αναγνωρίζω πια από τους χτύπους της καρδιάς μου. Γρήγοροι, παρορμητικοί, ενοχλητικοί και δοσμένοι, ακυβέρνητοι και αδάμαστοι όταν δεν τους νοιάζει να προδοθούν, να παραδοθούν. Να πληγωθούν.

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2015

Δική Μου Εποχή



Άλλος ένας Σεπτέμβριος κινητοποίησης, σχεδίων, ονείρων.
Ανήκω μάλλον στη μειοψηφία των ανθρώπων που δεν ευχαριστιούνται τόσο το καλοκαίρι και δεν ανυπομονώ για να έρθει, ούτε στεναχωριέμαι όταν φεύγει. Μου αρέσει η θάλασσα, οι βόλτες, τα ταβερνάκια και το ελαφρύ της ατμόσφαιρας που πηγάζει από όλους τους ξέγνοιαστους, μαυρισμένους και γυαλιστερούς ανθρώπους που συναντώ, αλλά αισθάνομαι μια αδράνεια. Αδράνεια, λες και η ζέστη έχει επιβραδύνει τον ρυθμό της σκέψης μου, σαν να μικραίνει το σώμα μου ή σαν να λιώνω, πράγμα καθόλου απίθανο να συμβαίνει με τέτοιες καυτές θερμοκρασίες. Μη ουσία.
Αυτός ο μήνας λοιπόν αποτελεί μια υπόσχεση. Ακριβώς επειδή δεν σου χαρίζει αμέσως το λυτρωτικό, χρωματιστό, γεμάτο μυρωδιές φθινόπωρο και σε αναγκάζει να το περιμένεις μέχρι τα μέσα του Οκτώβρη, σε κάνει να έχεις να προσβλέπεις σε κάτι. Κι αυτό με αφυπνίζει... Περιμένω τα καφετιά, τα βρεγμένα, τον γκρίζο ουρανό και τα ηλιοβασιλέματά του με τα σκούρα τους χρώματα. Τα απαλά φούτερ και τη θαλπωρή των τζιν. Τις μπαλάντες που σαν να  συγχρονίζονται με τον καιρό, την ώρα, τη θέα από το παράθυρο και κάπως ταιριάζουν…  Για να μην αναφέρω πόσο μου αρέσει ακόμα και το να κρατάω ομπρέλα και να περπατάω ενώ φαντάζομαι ότι ζω κάπου στη βόρεια Ευρώπη σε μία πανέμορφη πόλη κι αποτελώ κι εγώ αυτό το άτομο των δραματικών ταινιών που ζει μια αμειγώς ρομαντική ζωή μέσα σε κάποιο μικρό διαμέρισμα με ταπετσαρίες στους τοίχους και κρεβάτι με φωτάκια και παράθυρα που βλέπουν ξερά κλαδιά και γράφουν σε ημερολόγια με κούπες στο χέρι και με μουσική… Μουσική και στο κρεβάτι μέχρι αργά το Σάββατο πρωί...
Ξεκάθαρα με αλλάζει το φθινόπωρο. Και καθότι μάλλον θέλω να είμαι αρκετά καλή για την αγαπημένη μου εποχή, γίνομαι καλύτερη. Γίνομαι πιο δημιουργική και αισιόδοξη, είμαι πιο ήρεμη, παρατηρώ περισσότερο, μαθαίνω νέες συνταγές, βλέπω ταινίες, επιδιώκω να συγκινούμαι και να συναισθάνομαι, διαβάζω καινούρια βιβλία, αλλάζω τα μαλλιά μου. Φτιάχνω καινούριο μπλογκ ήδη από την πρώτη μέρα του Σεπτέμβρη! Τα πηγαίνω λίγο καλύτερα με τον κόσμο.

Και ανήκω με περισσότερη από την καρδιά μου όπου είναι που ανήκω ούτως ή άλλως…
            

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2015

Επιστροφή...

            
           Κοιτάζοντας με δέος τριγύρω και έχοντας μόλις ανέβει τα πλαϊνά σκαλάκια μιας θεατρικής σκηνής που τρίζουν λίγο, ανοίγω διστακτικά μια χαραμάδα σε μία αυλαία από καιρό πεσμένη και βαριά και περπατάω όσο πιο αθόρυβα μπορώ σε μία ακατάστατη σκηνή, σε ένα τοπίο με αντικείμενα δίχως λογική συνοχή μεταξύ τους και άνευ ξεκάθαρης χρησιμότητας σκορπισμένα εδώ κι εκεί και στραμμένα σε τυχαίες γωνίες. Το σκονισμένο μου σκηνικό, τα κείμενά μου. Η αύρα τους... Σαν αφυδατωμένα περιμένουν μια αναζωογόνηση για να αναπάρουν και να λάμψουν ξανά, μεταφέροντας όσα έχουν να πουν σε όλον τον κόσμο. Πάνω από το καθένα τους έχουν περάσει τόσες αναπνοές, αναπνοές που παίρνονταν και αφήνονταν για μήνες, πριν το τέλος της παράστασης και πριν φύγουν όλοι από το θέατρο και το αφήσουν να ερημώσει. Αναπνοές με σταγονίδια πότε χαράς και πότε λύπης που τυλίγονταν γύρω τους και τους έδιναν χαρακτήρα και ιστορία.
           
 Επιστρέφοντας στον τόπο του εγκλήματος, χρειάζονται όλα απόσυρση και χτίσιμο ξανά. Έχουν κάνει τον δικό τους κύκλο κι έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Το παλιό μου blog με τίτλο "Μια Αναπνοή", που τόσο αγαπούσα και που τόσο σφιχτά είχα δέσει πάνω μου, γεγονότα που ωστόσο δεν με εμπόδισαν να σταματήσω να το χρησιμοποιώ όταν χρειάστηκε, δίνει από σήμερα τη θέση του στο καινούριο, σε αυτό εδώ, στο οποίο είστε και πάλι ευπρόσδεκτοι με μεγάλη μου χαρά και τιμή.
            
Hard about what hurts. Ό,τι ζει εδώ, θα γράφεται σκληρά. Σκληρά, ακολουθώντας τον Hemingway που συμβούλευε πως μόνο σκληρά και καθαρά πρέπει να γράφεις για ό,τι πονάει. Για ό,τι κι αν είναι που πονάει. Γιατί όλα μας τα συναισθήματα έχουν μέσα λίγο πόνο. Ακόμα και η μεγαλύτερη χαρά πονάει στα δυσοίωνα ενδεχόμενα της φαντασίας της. Πονάμε λίγο, ανά πάσα στιγμή, όλοι.

Κι εδώ δεν έχουμε τίποτα να κρύψουμε. Θα επισκευάζω το σύστημά μου όπως χρειάζεται και ύστερα θα το περιφέρω στις μέρες μου, προτού χρειαστεί να επιστρέψει πάλι εδώ. Πάντα εδώ. Καταλήγοντας σε γνωστά, δοκιμασμένα κι αγαπημένα.